ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΙΖΥΗΝΟΣ, Part II
«Μοναχή έγνοια η γλώσσα μου» γράφει ο Ελύτης στο "Άξιον Εστί" και συνεχίζει «Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική» αλλά οποία ελληνική των «Χίων, Κρητῶν, Ἀλβανῶν, Βυζαντίων, Ἀνατολιτῶν, Ἑπτανησίων, λοιπῶν, ὡς ἐκ τῆς διαφθορᾶς, εἰς ἣν ὑπέπεσεν...» όπως έγραφε ο Δημήτριος Κ. Χ. Βυζάντιος στη θρυλική του "Βαβυλωνία"
Ο ιδιοφυής, πρωτοπόρος και ανήσυχος Γεώργιος Βιζυηνός αναπτύσσει την μυθοπλασία του επηρεασμένος φανερά από το αιώνιο "γλωσσικό ζήτημα" (άλλος ένας πολωτικός διχασμός των ιθαγενών) τη διγλωσσία που αναδύονταν, με ένταση, κατά καιρούς. Αν και δηλωμένος δημοτικιστής, θερμός υπέρμαχος της "μαλλιαρής" ουσιαστικά ήταν ένας επαμφοτερίζων λογοτέχνης γράφοντας στην καθαρεύουσα (έως αρχαΐζουσα). Κάτι που το έχουμε πάθει όλοι εμείς οι παλαιότεροι, που μαθαίναμε άλλη γλώσσα στα σχολεία απ' αυτή που μιλούσαμε στο σπίτι μας.
Στο μικρό, χαριτωμένο αφήγημα του με τίτλο "Διατί ἡ μηλιὰ δὲν ἔγινε μηλέα" ο Βιζυηνός περιγράφει εύθυμα την ιστορία του Γιώργη κι ενός νέου διδασκάλου που εμφανίζεται «... φραγκοφορεμένος ἐκεῖνος κύριος εἰς τὸ χωρίον μας...» ο οποίος «... ἤρχισε νὰ μᾶς διορθώνῃ τὰ ὀνόματά μας»
- Πῶς σὲ λέγουν ἐσένa;
- Θεόδωρο Μπεράτογλου
- Ὄχι, βρὲ χαϊβάνι! Θουκυδίδη σὲ λέγουν. Θουκυδίδη Μπεράτογλου. Ἐσένα, πῶς σὲ λέν;
- Δημήτρη Ντεμιρτζόγλου
- Ὄχι, βρὲ χαϊβάνι! Δημοσθένη Ντεμιρτζόγλου
Καὶ οὕτω καθ' ἑξῆς ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ μετέβαλεν, ὁ ἀθεόφοβος, ὅλα τὰ βαπτιστικά μας ὀνόματα, ἀρσενικὰ καὶ θηλυκά...»
[...] Μια μέρα λοιπόν που ξεβοτάνιζαν «τὸν κῆπο τῆς μητροπόλεως» ο Γιωργής, που ο διδάσκαλος «ἔπεισε τὸν κόσμον ὅτι ἐγὼ δὲν εἶμαι τοῦ Γεωργῆ τοῦ χωρίου μου, ἀλλὰ ὁ Γοργίας...» τον ρωτάει:
- Τί πρᾶγμα ἔν' αὐτὸ τὸ δένδρον, δάσκαλε, τὸν ἠρώτησα, δείξας πρὸς αὐτὸν διὰ τοῦ δακτύλου.
- Μηλέα, ἀπεκρίθη ἐκεῖνος.
- Ὄχι! ἀπήντησα ἐγώ, δὲν τὸ ξέρεις! Αὐτό 'ν' μηλιά!
- Ἦτο ἡ κακὴ ὥρα ποὺ τὸ εἶπα, διότι ἀπὸ τότε ἤρχισαν τὰ βάσανά μου μὲ αὐτὸν τὸν διδάσκαλον...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου