Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2021

«ΟΣΟ ΥΠΑΡΧΟΥΝΕ ΑΧΑΙΟΙ ΘΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΩΡΑΙΑ ΕΛΕΝΗ»

[...] Μέχρι που βρέθηκε εκείνο το παλληκαράκι ο Φιλοκτήτης και τον στρίμωξε τον Πάρι και τον καθάρισε. H Ελένη έκλαψε για τα μάτια, αλλά τάφτιαξε με τον κουνιάδο της τον Δηίφοβο να μη μένη κι’ απότιστη. Δια πυρός και σιδήρου, που λένε, η Λενιώ. Όταν οι Έλληνες πήρανε την Τροία, ο Μενέλαος βγήκε έξω θηρίο.


- Πού είναι ο Δηίφοβος;

- Κάπου έχει πάει, έρχεται.

Τον περίμενε, λοιπόν, και μόλις ήρθε τον έβαλε στο κοντό με τον κοντό του.



- Άτιμο ον…

- Στάσου.

- Να με διπλοκερατώσης, ρε;

- Μα…

- Μαξ, είπε ο Μενέλαος και εφόνευσεν αυτόν πάραυτα. Και μετά πήγε στην Ελένη.

- Παλιοπ…

Κι’ όπως ήτανε να την σκοτώση κι’ αυτήν, την είδε και τ’ ανάψανε τα μεράκια.

- Άντε στη χαρίζω.

Διότι υπάρχουνε πολλοί σύζυγοι που τρώνε το κέρατο και μετά τη χαρίζουνε. 

Την πήρε λοιπόν, ελαφρώς μεταχειρισμένη, και φύγανε. Μάλιστα, λέει, πριν γυρίσουνε στη Σπάρτη, κάνανε και μια κρουαζιέρα Αίγυπτο, Συρία, Κρήτη και άλλα μέρη. Οχτώ χρόνια βάσταξε αυτό το ταξιδάκι, και, επί τέλους, γυρίσανε στη Σπάρτη. H Ελένη έμεινε με τον κύριό της. Πιστή. Δηλαδή δεν το ξέρουμε, διότι άμα και κάνεις πεντέξη απιστίες, τι σημασία έχει; Τι έξη, τι εξήντα; Τώρα όμως που είχε πείρα ό,τι και νάκανε τόκανε με ωραίο τρόπο και δεν την μυρίστηκε άνθρωπος και λένε «πάει ησύχασε». Θα μου πης τώρα ήτανε και δεκαοχτώ χρόνια μεγαλύτερη, ποιος γύριζε να την κυττάξη; Ε! Άμα «ήσουνε όμορφη» όλο και βρίσκονται κάτι θερινά υπόλοιπα. Λέει τώρα μια παροιμία: «Άμα θα νοιώση ο κερατάς τη γλύκα του κεράτου, μέλι και γάλα γίνεται με τη νοικοκυρά του».

Όλα καλά και η Ελένη πέθανε στη Ρόδο. Και να, δηλαδή, ακριβώς με ποιον τρόπο: Οι γυιοι του Μενελάου, ο Νικόστρατος και ο Μεγαπέμθης, το φέρανε βαριά που ο μπαμπάς τους κλπ, κλπ. Κι’ άμα πέθανε ο Μενέλαος, την πιάνουνε την Ελένη και την αγριεύουνε.

- Να φύγης, μωρή, που μας έχεις κάνει ρεζίλι εις τους αιώνας, αμήν.

Έφυγε, λοιπόν, η Λένα και πήγε στη Ρόδο που είχε μια φιλενάδα, την Πολυξώ. Ο άντρας της όμως της Πολυξώς είχε σκοτωθεί στην Τροία εξ αιτίας της Ελενάρας και τούτη η Πολυξώ δεν την χώνευε.

- H βρώμα, για να γλεντήση αυτή, χήρεψα εγώ.

Έκανε όμως ότι την δέχτηκε μετά χαράς μεγάλης και στ’ αλήθεια της το φύλαγε μανιάτικο. Μια μέρα μπαίνει η Λενιώ στο μπάνιο να καθαριστή, διότι όσο νάναι είχε σκόνες πολλές και η Πολυξώ πιάνει δυο δούλες της, άσχημες σαν την νύχτα, και τις μασκαρεύει σε Ερινύες. Με το που σαπουνιζότανε, λοιπόν, το Ελενάκι στο μπάνιο, μπουκάρουνε οι Ερινύες και την κατατρομάξανε.

- Μαμά!

Κι’ ύστερα τρελλάθηκε που δήθεν την κυνηγάνε οι Ερινύες να την τιμωρήσουνε και νόμιζε ότι είναι αχλάδι και πήγε και κρεμάστηκε από ένα δέντρο. Πάει η Έλεν. Τέρμα.

Για την μακαρίτισσα λένε πολλά... ότι την είχε περιποιηθή και ο Κινύρας, ότι με τον Αχιλλέα κάτι είχε κάνει, ότι και άλλοι πολλοί την δροσίσανε, αλλά αυτά είναι λόγια του κόσμου και ο κόσμος είναι κακός. Βέβαια, να πούμε και μιαν αλήθεια. Άμα ο κόσμος λέη κάτι, «κάτι είναι». Άμα σου λέη ο Τάδε είναι απατεώνας, είναι απατεώνας. Γιατί δεν λένε και για όσους δεν είναι; Και άμα σου λένε «αυτή είναι παλουκοπηδήχτρα», είναι παλουκοπηδήχτρα οπωσδήποτε. Και άμα ψάξης τα βρίσκεις και έξω δεν πέφτεις.

Αυτή είναι η ιστορία της Ελενάρας της κουκλάρας. Όμορφη ήτανε, δεν μπορούσε να γλυτώση. 

Εδώ δεν γλυτώνουνε οι άσχημες. Και καμμιά φορά και… οι άσχημοι.

✫  ✫  ✫  ✫  ✫  ✫  ✫  ✫  ✫  ✫  ✫  ✫  ✫  ✫  ✫  ✫  ✫

✔Απόσπασμα του διηγήματος «Περί της Eλενάρας της Κουκλάρας» από το βιβλίο του Νίκου Τσιφόρου «Ελληνική Μυθολογία» (1993)

✔ Ο τίτλος, είναι στίχος του Οδυσσέα Ελύτη από τη συλλογή «Μαρία Νεφέλη» (1978)

✔  Το σκίτσο είναι του Αμερικάνου cartoonist και συγγραφέα Philip Witte, που ζει στο Piedmont πάνω εκεί ψηλά στα Απαλάχια τα βουνά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου